19.4.11

"ειναι κεφάτη, γυρίζει απ'του Βερόπουλου..."

"Κεφάτη";;!! Εχω περάσει τα πρόθυρα της νευρική κρίσης, έχω μπεί για τα καλά μέσα και με έχουν ήδη τρατάρει και καφέ με γλυκό νερατζάκι συνοδεία!! ...τώρα βέβαια, γεγονός είναι οτι δεν πήγα στου Βερόπουλου... και πώς να πάω δηλαδή; Με ταξί στο 1983;;!!

Δε το ξανακάνω, δε το ξανακάνω που να μου κοπεί το δεξί το χέρι και να μου βάλουνε γάντζο σαν τους πειρατές! Ξανά στο σούπερ μάρκετ Μεγάλο Σαββάτο μεσημέρι, με τίποτα! Η ψυχοθεραπεία κοστίζει μια περιούσια και εγώ χωρίς βοήθεια ειδικού δεν την παλεύω μετά απο τέτοια εμπειρία!! Ή τουλάχιστον χωρίς χάπια!! Και τί δεν πέρασα σήμερα... από που ν'αρχίσω... Ένα τέταρτο με το ρολόι μου πήρε ίσα για να βγώ στο δρόμο! Στο θεό σου, τέτοια κίνηση πάνω-κάτω και να μη βρίσκεται ένας χριστιανός να με αφήσει να μπω κι εγώ στην ουρά! Τις άγιες τούτες μέρες, σου λέει, και να μη φιλοτιμιέται κανείς! Ένα τέταρτο στημένη με τη μισή μουσούδα του αμαξιού στο δρόμο, με ένα χαμόγελο που είχε πιά παγώσει, εκληπαρώντας σιωπηλά να κόψει ένας ταχύτητα για να κάνω μια έτσι και να μπώ κι εγώ στην παρέα των, με ρυθμό χελώνας σε διακοπές ομολογουμένως, κινούμενων... ένα τέταρτο... Κι άλλα τρία μέχρι να φτάσω στο σούπερ μάρκετ! Πάνω απο χιλιόμετρο δεν είναι η απόσταση, με τα πόδια θα είχα φτάσει τρείς φορές! Αλλά είπα να πάω με τ'αυτοκίνητο επειδή είχα να κουβαλήσω πολλά και με έχει πονέσει κι η μέση απο τα καθαρίσματα τα πασχαλινά, μέχρι παντζούρια έκανα... Λάθος μέγα! Τρείς φορές θα είχα πάει και θα τα είχα κουβαλήσει σε δόσεις, μη σου πω θα τα είχα φέρει και με το καρότσι απ'ευθεία και θα το είχα γυρίσει και πίσω, τόσες ώρες που μου πήρε να φτάσω! Και σάμπως τελειώσαν τα βάσανα μου σαν έφτασα;! Όοοοοοχι.... 17 λεπτά να γυρνάω μέσα στο πάρκινγκ ελπίζοντας να πετύχω κάποιον να φεύγει για να χωθώ στη θέση του! Πάρκινγκ δωρεάν σου λέει... τί δωρεάν αγάπη μου, έχω κάψει 10 ευρώ βενζίνα να γυρνάω γύρω-γύρω;;!!

Κοντά μιάμιση ώρα μετά την αποφράδα εκείνη στιγμή που τ'αποφάσισα, μπαίνω στο σούπερ μάρκετ... εγώ και άλλες 12μιση χιλιάδες νοματέοι! Καλά, επιτρέπεται αυτό απο την πυροσβεστική;;!! Θέλω να πω, άμα κούφια η ώρα και πιάσει μια τόση δα φωτίτσα, δε σου λέω τίποτα μεγάλα πράγματα, που θα γύρουμε όλοι; Πώς θα βγούμε απο δω μέσα; Και, εντάξει, ας μη σπέρνω την καταστροφή, πες ότι όλα μια χαρά πάνε και ούτε φωτιά ούτε τίποτα,  πού θα χωρέσουμε όλοι να κάνουμε τα ψώνια της Λαμπρής, άνθρωποι και καρότσια;;!! Αυτά σκεφτόμουν καθώς εμπούκαρα στο μαγαζί αλλά δε κιότεψα, πήρα το καρότσι μου και μπήκα, ξανά, στη ουρά που κινούταν αργά αργά στούς διαδρόμους... εκεί χαλάρωσα... το πήρα απόφαση ότι εκεί μέσα θα έκανα Ανάσταση, δίπλα στα είδη καθαρισμού, κι ακολούθησα σιωπηλή... με μια φάτσα οσιομάρτυρος, γνωρίζοντας οτι αλλού νταλλού θα πάγαινα, διότι με τόσο κόσμο, δεν έχει καμιά μα καμιά σημασία αν εγώ δεν χρειάζομαι πάνες-βρακάκι με διπλό απορροφητικό κάλυμμα, θα περάσω μπροστά τους έτσι κι αλλιώς, με πάει το ρεύμα!
Και τί δεν είδα στις περιηγήσεις μου... ως άλλος Οδυσσέας, του Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας... Μαμάδες και μπαμπάδες να τσακώνονται για το αν 7 κιλά πατάτες είναι αρκετά για το ψητό στο φούρνο διότι "μαζεύει η πατάτα άμα ψήνεται, Θόδωρε, η μισή μένει, εμένα θα μου πεις τώρα..." Παιδάκια να στριγγλίζουν χαριτωμένα διότι το αβγό, εκτός απο σοκολατένιο που όπως και να το πεις είναι στάνταρ, πρέπει να έχει και μια μπάρμπι επάνω καθισμένη κι άμα δεν έχει μπάρμπι είναι χάλια, χάλια, χάλια και πρέπει και η μπάρμπι να μην είναι μοτοσυκλετιστής διότι τέτοια είναι αυτή που ήρθε καβάλα στη λαμπάδα απο τη νονά, πρέπει να είναι γοργόνα... Γιαγιάδες να επιμένουν οτι χωρίς κρεμμυδάκι φρέσκο δεν τρώγεται το σαρμαδάκι, αγάπη μου, δεν τρώγεται, και τώρα πού θα πάνε να βρούνε κρεμμυδάκι φρέσκο που εδώ δεν έχει, χρονιάρα μέρα... Νεαρές, αιθέριες υπάρξεις καβάλα πάνω σε 12ποντα πέδηλα, βοηθειά τους, να σπρώχνουν το καρότσι με χάρη καταφέρνοντας την ίδια ώρα να γέρνουν, με χάρη επίσης, και στο μπράτσο του αρραβωνιαστικού που δηλώνει "εγώ προσωπικά, Φανίτσα, το αρνί το θεωρώ κραιπάλη" ενώ στο εν λόγω καρότσι αναπαύεται ένα... αρνί!!!
Κι άλλα πολλά και θαυμαστά είδαν τα μάτια μου κι άκουσαν τ'αυτιά μου αλλά, πες απο το σοκ, πες απο την ντράλα του μεσημεριού, πες που πήγα και γέρασα, πες που ήθελα να βρώ και τα δικά μου τα ψώνια καθώς περιπλανιώμουν, ε, τα ξέχασα... και ξέχασα μαζί και τί ήθελα να πάρω, ό,τι βρήκα μπρος μου βούτηξα και μόνο να φύγω απο κει μέσα ήθελα...

Να φύγω, ναι, αλλά εύκολο δεν ήταν... γιατί μπροστά μου ορθωνόταν, σαν άλλος Γολγοθάς, η ουρά για το ταμείο... το γεγονός οτι εγώ δεν το σκέφτηκα δεν αναιρεί το άλλο γεγονός οτι όλες αυτές οι χιλιάδες των σύντροφων καταναλωτών, μετά από το φόρτωμα του καροτσιού, πρέπει να επιδοθούν στο ξεφόρτωμα του, την πληρωμή του λογαριασμού (μαύρη ώρα της λυπητερής...) και το χώσιμο των ζαρζαβατικοκρεατικοχαρτικών στις σακούλες! Αργά και βασανιστικά να προχωρά η ουρά, που πάντα είναι η λάθος επιλογή μια και η διπλανή πάντα -μα πάντα- πάει πιο γρήγορα, να μου έρχεται να λιγοθυμήσω απο τις αναθυμιάσεις το μπροστινού που κατά πως φαίνεται απο των Θεοφανείων είχε να κάνει ένα μπάνιο, να με σπρώχνει και το βλαμένο της απο πίσω που το έχει βρεί παιχνίδι να κουνάει το καρότσι τους κατά μπρός μέχρι να το φρενάρει το πόδι μου, να έχει πέσει και το κινητό απο μπαταρία και να μη μπορώ να πάρω τον Θωμά τηλέφωνο να μοιραστεί λίγο κι αυτός τον πόνο μου (τί, μόνο τα θροφήματα θα μοιραστεί;;... ανάθεμα βέβαια κι αν θυμάμαι και τί πήρα για φαγητό για να μοιραστεί κι αυτός...) να μου έχει πέσει και η πίεση, το ζάχαρο και ο αιματοκρίτης... Μια ομορφιά... Ούτε και που ξέρω πόση ώρα πήρε μέχρι να φτάσω και ν'αραδιάσω και τα δικά μου τα πράγματα προς πληρωμή... ούτε και που θέλω να θυμάμαι... να φύγω ήθελα, να φύγω... ούτε και που το πρόσεξα ότι τελικά αρνάκι δεν πήρα για το έθιμο και ότι 4 πακέτα τρίχρωμα ζυμαρικά και 6 πακέτα μπισκότα γεμιστά Παπαδοπούλου μάλλον πολλά έιναι... Τα έχωσα στις σακούλες, πλήρωσα χωρίς καν να σοκαριστώ απο το ποσό (το σοκ αυτό θα μου έρθει όπου να'ναι...) και τράβηξα εξαντλημένη για την έξοδο...
Ο δρόμος του γυρισμού μακρύς αλλά πια δεν είχα καν κουράγιο να παραπονεθώ... έφτασα σπίτι, ερείπιο, μέχρι κι ο Θωμάς τρόμαξε που με είδε έτσι ("κάτσε βρε Μαριάνθη να πάρεις ανάσα, τί έγινε βρε μάτια μου;!"... και τί να του πρωτοπώ και τί να του εξιστορήσω....) κι έβαλε να φτιάξει και καφέ, να'ναι καλά! Με τα πολλά σα να συνήλθα η γυναίκα... ήπια και μια γουλιά καφέ και λίγο νερό, συνέφερα... άντε, να κάτσω και δέκα λεπτά ακόμα και μετά να πάω μέχρι το χασάπη και το μανάβη γιατί αλλιώτικα τρίχρωμα ζυμαρικά με γεμιστά Παπαδοπούλου θα φάμε τη Λαμπρή!!

ΥΓ. Kαλό Πάσχα σε όλους και με το μαλακό με τη μαγειρίτσα ;)