18.3.10

Χίλιες και μια νύχτες...

...δεν ήταν... μόνο τέσσερις ήταν... και τη Χαλιμά ούτε ζωγραφιστή δεν την είδα... ούτε και καμιά άλλη γυναίκα είδα δηλαδή... στην Αίγυπτο κατά πώς φαίνεται με καταβολάβες πολλαπλασιάζονται... δεν εξηγείται διαφορετικά... Μέχρι και η καμαριέρα στο ξενοδοχείο, ένας μουστακαλής ήταν...
Αλλα, ας τα πάρω απο την αρχή τα πράγματα, να μη χάσει η αφήγηση τον ειρμό της... Με το που έφτασε το αεροπλάνο στην αποβάθρα (λέω αποβάθρα αλλά αποβάθρα δεν ήταν, σε μια γωνιά στο αεροδρόμιο στη μέση της ερήμου παρκάρισε και εκεί ξεμπουκάραμε) βλέπω τον πρώτο Αιγύπτιο (όμοιος ο Νουμερομπίς απο το Αστερίξ και Κλεοπάτρα για όσους ξέρουν) και καταχαίρομαι! "Ένας Αιγύπτιος!!!" αναφωνώ... δεν ήταν ένας... ήταν ο πρώτος απο τους χιλιάδες που ακολούθησαν... Ανδρολίβαδο... αλλά όχι με την καλή την έννοια... Βγαίνουμε λοιπόν, μας παίρνει ο πούλμαν ούλους μαζί πατικωμένους μέσα, κάτι μωρά κλαίγανε, κάτι άλλοι ήδη παραπονιούνταν για τη ζέστη (διότι έτσι είναι ο γκρινιάρης ο άνθρωπος, φεύγει απο το κρύο και τη βρόχα και τη σκοτεινιά να πάει να χαρεί λίγο ήλιο και να γλυτώσει απο τα τέσσερα πουλόβερ και το κασκώλ και το μπουφάν και μόλις φτάσει στη ζέστα... παραπονιέται...), κάτι άλλοι βρωμούσαν (όχι Αιγύπτιοι, αυτούς τους μύρισα αργότερα...) διότι κατά πώς φαίνεται επειδή η πτήση έφευγε πρωί αξημέρωτα, ντουσάκι δεν έκαναν... ούτε κι απο βραδύς... ούτε κι από την προηγούμενη εβδομάδα...
Τεσπά, φτάνουμε στο κτήριο του αεροσταθμού (έτσι το λένε επίσημα και δεν θέλω πονηρά γελάκια) και βλέπουμε κόοοοοοοσμο... ουρές.... λαοθάλασσα... κι είναι ένας τύπος εκεί με ένα πλακάτ με το όνομα του ταξιδιωτικού γραφείου να μας περιμένει και μας προωθεί να βγάλουμε τη βίζα... 16 ευρώ το κεφάλι λέει ο κυριούλης πίσω απο το γκισέ, τα δίνω, δε βαριέσαι, τώρα εδώ που φτάσαμε τσιγκουνιές θα κάνουμε να μας γυρίσουν πίσω;... δε λέει... κι όπως κάνω να σηκώσω το βλέμμα, τί να δω;... Νά μια τεράστια επιγραφή "Βίζα 15 δολλάρια"!!! Εντάξει, καλή στα μαθηματικά δεν ήμουν ποτέ και μεγαλώνοντας το αντίθετο της βελτίωσης έπαθα, χώρια που τα διεθνή οικονομικά κι οι ισοτιμίες δεν είναι το φόρτε μου αλλά... δε κολλάει ρε παιδί μου!... άλλο 15 δολλάρια, άλλο 16 ευρώ... Με το καλημέρα σας δηλαδή και τα καλωσορίσματα, χέρι στην τσέπη μου άγριο... Ε, το άφησα να πάει και το παλιάμπελο και στηθήκαμε στην ουρά για να μας ελέγξουν τη νεοαποκτηθήσα βίζα... μακριά η ουρά... πολύυυυυυ μακριά η ουρά... και τα ζώα μου αργά... και Ρώσοι, πολλοί Ρώσοι, τόσοι πολλοί που οι επιγραφές στην αίθουσα ήταν στα Αραβικά, στα Αγγλικά και στα ρώσικα!!  Ούτε που το είχα φανταστεί ότι είναι τόσο αγαπητός προορισμός η Αίγυπτος για τους Ρώσους... τώρα βέβαια, πολλά δεν είχα φανταστεί για την Αίγυπτο... μόνο τις Πυραμίδες είχα φανταστεί, κι αυτό διότι τις έχω ειδωμένες και σε ένα σωρό ταινιές και στο Νάσιοναλ Τζεογκράφικ...
Ώρα πολλή πέρασε, γκρίνια με έπιασε, η μέση μου επόνεσε (ε, ου γαρ έρχεται μόνον...) και με τα πολλά καμιά φορά φτάνουμε στον άλλον κυριούλη που τσέκαρε τη βίζα και το διαβατήριο... κρίμα στο χαμόγελο που του έσκασα, μια μουράκλα μέχρι τα γόνατα είχε, με κοίταξε καλά καλά αλλά όχι στη φάτσα, πιο νότια (αν και η φωτογραφία στο διαβατήριο δεν είναι ολόσωμη...) και μετά μου τα έδωσε πίσω χωρίς λέξη... Πικράθηκα μια στάλα, εγώ να τον πλησιάσω όλο ευγένεια και χαμόγελο κι αυτός μόνο για το περιεχόμενο της μπλούζας μου να νοιαστεί... χωρίς λέξη... κρίμας... Μετά απο τέσσερις μέρες παραμονής όμως κατάλαβα ότι έτσι το έχουν εκεί, νότια τις κοιτάνε τις γυναίκες (τους άνδρες δεν ξέρω πού τους κοιτάνε...), είναι πολιτισμικό το θέμα... όσο για το βλέμμα το φορτωμένο λαγνεία, πάθος αλλά και αποδοκιμασία της αμαρτωλής μου φύσης (ένα μίγμα δηλαδή απο "να σε βάλω κάτω να σου αλλάξω λάδια" και "να καείς στην κόλαση αφορισμένη αμαρτωλή ξεκουκούλωτη")... κι αυτό πολιτισμικό το είδα... ή θρησκευτικό... ή και τα δυό μαζί... καλό δεν ήταν πάντως...

Και σώνει πια και βγαίνουμε, βαλίτσες και χαρτιά εντάξει, στον ήλιο της Αιγύπτου... και στο εργοτάξιο που ήταν ακριβώς έξω απο το αεροδρόμιο!!! Χώμα και κακό, ανάκατο με την άμμο της ερήμου που κουβαλούσε το αεράκι, ο καλός ο άνθρωπος να σκάβει δίπλα, ο άλλος ο καλός ο άνθρωπος να ανακατεύει το μπετό κατάχαμα πιο δίπλα, μια ομορφιά... κι εμείς μες στη μέση μπάστακες... γιατί ο τρίτος (ή τέταρτος ή πέμπτος, δε θυμάμαι πια...) κυριούλης που μας ανάμενε να μας πάει στο λεωφορείο για το ξενοδοχείο είπε να σταθούμε και να περιμένουμε τους υποδέλοιπους του γκρουπ... εκεί, μες στα πόδια των εργατών... και ποιά είμαι εγώ να τον αμφισβητήσω τον ντόπιο;;; Εκεί είπε, εκεί κι εγώ. Με τα πολλά μαζεύτηκε το γκρούπ και φτάνουμε και στο λεωφορειάκι κι εκεί έρχομαι αντιμέτωπη με το πρώτο απλωμένο χέρι... όχι, όχι για να με συγχαρεί για την επιλογή μου να επισκεφτώ την αρχαία γη της Αιγύπτου και να με καλωσορίσει, όχι... είχε και κέρματα μέσα το χέρι... μπαχτσίσι ήθελε... και ήταν μόνο το πρώτο... Στις τέσσερις μέρες που ακολούθησαν το ξαναέζησα το σκηνικό πολλάκις... είπα καμιά φορά να κάνω έτσι και να τα πάρω τα κέρματα με ένα πλατύ χαμόγελο και ευχαριστίες (τί καταπληκτική χώρα βρε παιδί μου, λεφτά σου προσφέρουν με το που πατάς το πόδι σου στα χώματά τους... άλλος πολιτισμός..) αλλά το απέφυγα... είπα, σφαγμένη θα με βρούνε μετά απο χρόνια στην έρημο καθώς θα έσκαβαν για το 560ο ξενοδοχειακό συγκρότημα της περιοχής...
Στο λεωφορειάκι το ερκοντίσιον ήταν χαλασμένο και δεν έκλεινε πάνω απο το κεφάλι μου... πάγωσα η γυναίκα... φόρεσα το φούτερ, έβαλα και τη κουκούλα, μετά έβαλα και το μπουφάν κι όλη αυτή την ώρα (μία και βάλε...) παρακαλούσα απο μέσα μου να μην πάθω ψύξη όχι για την ταλαιπωρία αλλά πιο πολύ επειδή αντε να βρείς γιατρό!!! Κι άντε και τον βρήκες, θά'ναι καθαρός ή κανας βρωμιάρης και θα σιχαθώ που θα με πιάσει;! Πιάσαν τόπο τα παρακάλια μου όμως τελικά και σώα έφτασα στο ξενοδοχείο, μια χαρά βολευτήκαμε, φάγαμε, πληθήκαμε, ξεκουραστήκαμε...
Μετά το βραδυνό, κι αφού καλοφάγαμε κάτι σις κεμπάπ και κάτι χούμους και μια χαρά χορτάσαμε, άντε λέμε να πάμε να δούμε και το χωριό, που έχει και ωραία μαρίνα και είναι όλο χλιδή (ο Σταύρος δηλαδή μου τα είχε πει έτσι, που είχε πάει εκεί πριν χρόνια, εγώ σάματι είχα ξαναπάει;... αλλά λέει, ο Σταύρος, είναι πολύ ωραία και να πάτε... λόγο να τον αμφισβητήσω τον άνθρωπο δεν είχα...) Βγαίνουμε λοιπόν να περιμένουμε το λεωφορειάκι (όλο λεωφορειάκια ήταν εκεί... ) να μας πάει απο το ξενοδοχείο στη μαρίνα... Κι εμφανίζεται ένα πράγμα... δεν ξέρω και πως να το πω... ένα και μοναδικό όχημα να αψηφά όλους (μα όλους) τους κανόνες ασφαλείας που διέπουν τα αυτοκινούμενα οχήματα εδώ και 50 χρόνια... μηχανή είχε και κουνιόταν σαν αυτοκίνητο αλλά ήταν όλο γύρω τρόγυρα ανοιχτό, σαν ναός περίπτερος, μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δώσετε, τα καθίσματα ήταν παγκάκια ξύλινα (στο λόγο της τιμής μου, σαν να τα είχαν βουτήξει απο πάρκο), μέρος δεν είχε να πιαστείς και να κρατηθείς απο πουθενά (φυσικά για ζώνες ασφαλείας ούτε λόγος...) και λέει ο οδηγός "μαρίνα"... ε, καβαλάμε κι εμείς, στην πρώτη στροφή γλυστράω στο παγκάκι, κάνω να απογειωθώ εκτός οχήματος, με πιάνει ευτυχώς ο διπλανός (καλή του ώρα του ανθρώπου...), είδα το χάρο με τα μάτια μου... κίτρινη σαν το λεμόνι έφτασα στη μαρίνα... που οφείλω να πω, χλιδή ήταν! Τόσα λεφτά πλεούμενα δεν είχα δει ποτέ στη ζωή μου! Χώρια που ήμουν και πανευτυχής που γλύτωσα την εκτόξευση απο το "όχημα"...

Είχε όμως και καλά το ταξίδι, α, όλα κι όλα, να τα λέμε κι αυτά... Το πιο καλό, ο ναργιλές!! Άλλο πράγμα φίλε μου ο λουλάς... κάτι ξέραν μάγκα μου οι πασάδες που την αράζαν πάνω στους σοφάδες ολημερίς παρέα του, με τις χανούμισες να τους χορεύουν και τα γιουσουφάκια να τους τραγουδούν (αν και ομολογουμένως η απόλαυση δεν ήταν η ίδια αν κανείς είχε την ατυχία να γεννηθεί χανούμισα ή γιουσουφάκι...) Είδος δε πολύ συνηθισμένο σε κείνα τα μέρη και σήμερα, πας στην καφετέρια την παραλιακή (σαν να λέμε στην πασαρέλα στο Ναύπλιο) παραγγέλνεις το ποτάκι σου και αντάμα έναν ναργιλέ, ό,τι γεύση θέλεις. Στο φέρνει ο άνθρωπος έτοιμο, αναμένο, μαρκούτσι πλαστικό μιας χρήσεως απολυμασμένο, κι απολαμβάνεις... φυσικά χωρίς να μιλάς.... όταν καπνίζει ο λουλάς...
Μ' άρεσε τα μάλλα το ομολογώ... κι είπα να πάρω κι έναν για το σπίτι... ε, τί καλύτερο σουβενίρ, και όμορφο δικοσμητικό κι απολαυστικό κι απο πάνω. Μια και δυό λοιπόν στο μαγαζί, καθίστε,θα πάρετε κάτι, ναι, έναν ναργιλέ σας παρακαλώ, όχι εννοούσα ένα τσάι ή κάτι άλλο, όχι ευχαριστώ. Μου έκανε και σεμινάριο ο Αιγύπτιος να μάθω, μου έκανε και διαφήμιση, μου έκανε και καλύτερη τιμή (μειώνοντας το κέρδος του σε ένα μίζερο 800 %) τον πήρα το ναργιλέ. Και φτάνω την άλλη μέρα ξανά στο αεροδρόμιο προς αναχώρηση, περήφανη για το απόκτημά μου, κουβαλώντας το στην πλάτη για να το έχω το νού μου να μη σπάσει το γυαλί (και το άτιμο, επειδή πήρα και τον καλό, με το μεταλλικό το στέλεχος, ζυγίζει ένα τόνο... ακόμα πονάει η πλάτη μου δέκα μέρες μετά...)
Κι όπως είμαι στον έλεγχο, έχω βγάλει τη ζώνη μου, τα κέρματα, το κινητό, τα πάντα να περάσουν απο τις ακτίνες, λέει ο αρχηγός "Μανδάμ, έχετε μεταλλικό ναργιλέ μαζί", ερώτηση δεν ήταν αλλά παρόλα αυτά απαντώ καταφατικά και με χαμόγελο κολγκέιτ, περήφανη που διαπίστωσε ότι αγόρασα καλό πράγμα... "Δε μπαίνει αυτό στο αεροπλάνο" με κατακεραυνώνει και μένω κάγκελο...  Παρδόν;; Τι εννοείτε;;; Τί τα γλυκά μάτια του έκανα, τι τον παρακάλεσα, τι του εξήγησα οτι στα δικά μου τα χεράκια (που έχω και τενοντίτιδα) δεν αποτελεί φονικό όπλο το μεταλλικό το σώμα του ναργιλέ και μια και τρομοκράτης δεν είμαι (δημόσιος υπάλληλος είμαι...) δεν έχει φόβο ο πιλότος... τίποτα αυτός.... ανένδοτος... να το πάτε λέει να το δώσετε να μπει στις αποσκευές... Τί να έκανα; Γύρισε πίσω και δόθηκε να μπει με τις βαλίτσες το σώμα του ναργιλέ... Μετά βέβαια όπως το σκεφτόμουν, αν είχα κάνει κίνηση να του δώσω το κατιτίς του, μπορεί και να είχε αλλάξει γνώμη για τους κανόνες ασφαλείας ο αρχηγός... αλλά δεν έκανα... δε μου έκοψε... κι έτσι πέρασα όλη την πτήση μέσα στην αγωνία ότι ταξιδεύω με μισό ναργιλέ κι ο υπόλοιπος έχει μείνει πίσω στην Αίγυπτο (διότι καμιά εμπιστοσύνη δεν τους είχα οτι δεν θα το βούταγε κάποιος απο όλους τους παρατρεχάμενους στο αεροδρόμιο έτσι μοναχούλι του που ταξίδευε το σώμα του λουλά μου... που ήταν κι απο τα καλά τα μεταλλικά).
Λάθος όμως αποδείχτηκα, μαζί ερχόταν και το παρέλαβα στο αεροδρόμιο. Και το περασμένο Σάββατο, είχαν έρθει και τα παιδιά απο το σπίτι (έφτιαξα κι ένα μοσχαράκι κοκκινιστό όνειρο, να'ναι καλά η Χαρά που μου έδωσε τη συνταγή) και τον ανάψαμε και φουμάραμε ξάπλα στον καναπέ, πέντε νομά σ'ένα δωμά... κι αργότερα που με πήρε ο ύπνος την είδα τη Χαλιμά στον ύπνο μου... μόνο που φορούσε καπέλο τελωνειακού, κάπνιζε ναργιλέ κι είχε και μουστάκι...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου